ΔΙΑΤΑΡΑΧΗ ΠΑΝΙΚΟΥ : ΚΑΤΑΡΑ ή ΕΥΚΑΙΡΙΑ ΖΩΗΣ
Το τελευταίο διάστημα όλο και περισσότεροι άνθρωποι επισκέπτονται τον ψυχολόγο με κύριο αίτημα τους την διαχείριση του άγχους τους και των κρίσεων πανικού. Η αγωνία τους να απαλλαγούν από αυτό το οδυνηρό συναίσθημα είναι πολύ μεγάλή καθώς τα συμπτώματα της κρίσης πανικού είναι τρομακτικά.
Το άτομο αρχικά έχει ένα επίμονο άγχος πολλές φορές χωρίς προφανή λόγο. Καθώς αυτό το άγχος εντείνεται σε αρκετές περιπτώσεις μετατρέπεται σε κρίση πανικού. Τότε ένα κύμα ακραίου φόβου κατακλύζει τον άνθρωπο ο οποίος νιώθει ότι χάνει τον έλεγχο του. Η καρδιά του αρχίζει να χτυπάει πολύ γρήγορα, αισθάνεται δυσφορία, πόνο στο στήθος, εφίδρωση, ίλιγγο και αίσθημα παράλυσης.
Οι περισσότερες κρίσεις πανικού καταλήγουν στα επείγοντα περιστατικά του νοσοκομείου, με τους γιατρούς να διαβεβαιώνουν αφού έχουν κάνει τις απαραίτητες εξετάσεις, ότι τίποτα παθολογικό δεν συμβαίνει. Παρόλες τις διαβεβαιώσεις οι άνθρωποι που έχουν υποστεί κρίση πανικού έχουν ένα μόνιμο φόβο μήπως ξανά βιώσουν τέτοιου είδους κρίση. Έτσι αρχίζουν να αποφεύγουν τους κλειστούς χώρους καθώς νιώθουν ότι εγκλωβίζονται, τον πολύ κόσμο γιατί φοβούνται ότι θα το ξανά πάθουν και θα ρεζιλευτούν, τα ταξίδια γιατί αισθάνονται ότι χάνουν τον έλεγχο και την δυνατότητα διαφυγής και στις μετακινήσεις έχουν την ανάγκη να τους συνοδεύει κάποιο κοντινό πρόσωπο ώστε να τους βοηθήσει σε περίπτωση ανάγκης.
Με μια πρώτη ανάγνωση η κρίση πανικού φαίνεται σαν μια κατάρα η οποία κυριεύει την ζωή του ατόμου και τον καθιστά αδύναμο και δυσλειτουργικό στην καθημερινότητα του. Αν όμως διαβαστεί σε ένα βαθύτερο επίπεδο, τότε μπορεί να είναι μια ευκαιρία ζωής καθώς υποδεικνύει στο άτομο ότι πρέπει να ακούσει τις βαθύτερες επιθυμίες του.
Η κρίση πανικού δεν είναι απλά ένα σύμπτωμα, μια διαταραχή η οποία συμβαίνει χωρίς ουσιαστικό λόγο. Η κρίση πανικού εμφανίζεται όταν το άτομο νιώθει εγκλωβισμένο στις επιλογές του. Όταν επιθυμεί αλλά η επιθυμία του συγκρούεται με την ευθύνη. Όταν θέλει να προχωρήσει σε αλλαγές όμως δεν ξέρει τον τρόπο ή φοβάται τη νέα κατάσταση που πρέπει να αντιμετωπίσει. Ερωτήματα όπως: θα υπάρχει τρόπος επιστροφής, θα είναι καλύτερα τα πράγματα από ότι είναι τώρα, μου επιτρέπεται να ενεργήσω με αυτόν τον τρόπο, θα τα καταφέρω;
Αυτά και άλλα πολλά ερωτήματα στροβιλίζονται στο μυαλό των ανθρώπων κι έτσι το άγχος τους κυριεύει και η κρίση πανικού εμφανίζεται. Αν εκείνη την στιγμή παρθεί η κατάλληλη ψυχολογική υποστήριξη, τότε η κρίση πανικού μπορεί να ερμηνευτεί ως ευκαιρία ζωής. Τότε ο άνθρωπος μπορεί να θέσει τους προσωπικούς του στόχους, να αποφασίσει τους δικούς του όρους κι έτσι οι επιθυμίες να βγουν στη επιφάνεια και οι αλλαγές να γίνουν χωρίς να μετανιώσει αλλά δίνοντας ένα καινούργιο νόημα στην ζωή του.
«Ο πανικός διαλύει τις άμυνες, ανοίγει την πόρτα για να εισβάλει η επιθυμία, ταράζει και κλονίζει την κυριαρχία το Εγώ. Ακριβώς γι’ αυτό τον κίνδυνο απώλειας και εξαφάνισης που επιφέρει, μπορεί να αντιπροσωπεύει μια πολύτιμη ευκαιρία για το υποκείμενο για να απευθυνθεί… στο Αλλού και στο Άλλο Πράγμα, το οποίο καθιστά την ζωή άξια για να την ζήσει»
Massimo Recalcati
Σχέση Γονιών-Παιδιών: Επαναπροσδιορίζοντας τον ρόλο των γονιών
Στην εποχή μας ο ρόλος του πατέρα και της μητέρας έχει αλλάξει ριζικά και κατά συνέπεια η σχέση γονέων-παιδιών έχει εξελιχθεί διαφορετικά. Ο πατέρας πλέον δεν είναι ο «κουβαλητής», ούτε ο μοναδικός υπεύθυνος για την διαβίωση της οικογένειας. Ο ρόλος αυτός παλαιότερα του προσέδιδε ένα κύρος και μια εξουσία απρόσιτη. Σήμερα, η πατρική «φιγούρα» είναι πιο προσιτή, πιο οικεία ,πιο ανοιχτή στον διάλογο. Επίσης και ο ρόλος της μητέρας έχει αλλάξει. Η μητέρα δεν είναι ο «φροντιστής» όλων των άλλων, η οποία αφιερώνει την ζωή της στην οικογένεια θυσιάζοντας τις δικές της επιθυμίες. Η μητέρα μπορεί παράλληλα με την οικογένεια της να ασχοληθεί με την προσωπική της εξέλιξη και την καριέρα της κι έτσι να μεταδώσει στα παιδιά της ένα διαφορετικό μήνυμα και νόημα ζωής από αυτό που μετέδιδαν οι μητέρες σε παλαιότερες εποχές.
Αυτές οι αλλαγές έχουν φέρει μια θετική εξέλιξη στη σχέση γονιών-παιδιών καθώς ο διάλογος και η κατανόηση παίζουν πρωταρχικό ρόλο στην διαπαιδαγώγηση των παιδιών. Παρόλη αυτή την καινούργια συνθήκη, οι γονείς πολλές φορές φαίνονται συγχυσμένοι στον ρόλο τους, αδύναμοι να θέσουν τα όρια και να παίξουν έναν καθοδηγητικό και ουσιαστικό ρόλο. Στην σημερινή εποχή φαίνεται σα να μην υπάρχει διάκριση μεταξύ των γενεών. Φαίνεται σαν η σχέση γονέων -παιδιών να ταυτίζεται, κι αυτό είναι κάτι που μπερδεύει τα παιδιά τα οποία με τον δικό τους τρόπο αποζητούν τον συμβολικό ρόλο των γονιών τους. Με την συμπεριφορά τους είναι σα να ρωτούν επίμονα: «Υπάρχετε ως Γονείς ;»
0ι γονείς καθώς πολλές φορές αισθάνονται ανεπαρκείς, καταφεύγουν στην υπερπροσφορά αγαθών και απολαύσεων χωρίς κανένα όριο. Άλλοι παραμένουν συναισθηματικά απόντες από την ζωή των παιδιών τους κι άλλοι τα εγκλωβίζουν τόσο πολύ που τα παιδιά μοιάζουν αιχμάλωτα από την ίδια τους την οικογένεια. Σε κάθε περίπτωση, αυτή η αδυναμία των γονέων εξαιτίας των δικών τους αδιεξόδων, οδηγεί τα παιδιά σε ακραίες συμπεριφορές, όπου η απόλαυση γίνεται αυτοσκοπός και η ουσία της ζωής χάνει κάθε νόημα.
Συνεπώς, το ερώτημα που προκύπτει είναι πως μπορούμε να επαναπροσδιορίσουμε τον ρόλο των γονιών, σε μια εποχή που όλα αλλάζουν ραγδαία.
Έχοντας κατακτήσει τον διάλογο και την επικοινωνία οι γονείς καλούνται μέσα από το προσωπικό τους βίωμα να μεταδώσουν στα παιδιά τους την Επιθυμία για Ζωή. Η Επιθυμία αυτή δεν ορίζεται ως μια ζωή γεμάτη απόλαυση, χωρίς Νόμο ( χωρίς περιορισμούς και όρια), χωρίς κατεύθυνση, χωρίς υπευθυνότητα, χωρίς στόχο. Γιατί με αυτόν τον τρόπο η Επιθυμία δημιουργεί μια ζωή άσκοπη χωρίς νόημα κι αυτό οδηγεί τα παιδιά σε κατάθλιψη, σε αίσθηση κενού, σε αδιαφορία για το μέλλον, τις σχέσεις και την καριέρα, σε παραβατική συμπεριφορά, σε εθισμό στα ναρκωτικά, στο αλκοόλ, στο διαδίκτυο. Αντίθετα, όταν οι γονείς μπορούν να διδάξουν στα παιδιά τους την υπευθυνότητα , να τα εμπνεύσουν να έχουν στόχους και όραμα , να τους δείξουν πως μπορούν να είναι ανοιχτά προς τον πλησίον και την ζωή, να τους καλλιεργήσουν την ευρηματικότητα και την δημιουργία, τότε η Επιθυμία δημιουργεί ικανοποίηση και νοηματοδοτεί την ζωή.
Οι γονείς έχοντας μεταδώσει στα παιδιά τους από την παιδική ηλικία τις παραπάνω δεξιότητες, θα πρέπει καθώς μεγαλώνουν να τους επιτρέψουν να αναλάβουν την ευθύνη της ζωής τους. Να τα εμπιστευτούν και να τα αφήσουν ελεύθερα να επιχειρήσουν το ταξίδι της ζωής τους κι όχι το ταξίδι που οι γονείς επιθυμούν για τα παιδιά τους. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί μόνο με την πίστη που ο γονιός έχει στο παιδί του, η οποία το κάνει να νιώθει άξιο και δυνατό να διαβεί την ζωή του όπως εκείνο επιθυμεί. Πρώτα όμως πρέπει ο γονιός να έχει πίστη στον δικό του εαυτό και να έχει ο ίδιος Επιθυμία για ζωή.
Επαναπροσδιορίζοντας λοιπόν τον ρόλο τους, αυτό που έχουν να δουν οι σημερινοί γονείς είναι πώς εγκαταλείποντας τον στείρο και αυστηρό ρόλο του παρελθόντος θα παραμείνουν Γονείς, οι οποίοι θα καθοδηγήσουν και θα εμπνεύσουν τα παιδιά τους προς τη δημιουργία μιας ζωής γεμάτης νόημα.
«…το πρώτιστο καθήκον-το πιο υψηλό και το πιο δύσκολο -των γονιών είναι να έχουν πίστη στο ακατανόητο μυστικό του παιδιού τους και στη μαγεία του. Να μην απαιτούμε η ζωή του να διαβεί ξανά τα δικά μας ίχνη, και το ίδιο να συμμεριστεί τα δικά μας ενδιαφέροντα, να επαναλάβει την δική μας ζωή.»
Massimo Recalcati
Στην εποχή μας ο ρόλος του πατέρα και της μητέρας έχει αλλάξει ριζικά και κατά συνέπεια η σχέση γονέων-παιδιών έχει εξελιχθεί διαφορετικά. Ο πατέρας πλέον δεν είναι ο «κουβαλητής», ούτε ο μοναδικός υπεύθυνος για την διαβίωση της οικογένειας. Ο ρόλος αυτός παλαιότερα του προσέδιδε ένα κύρος και μια εξουσία απρόσιτη. Σήμερα, η πατρική «φιγούρα» είναι πιο προσιτή, πιο οικεία ,πιο ανοιχτή στον διάλογο. Επίσης και ο ρόλος της μητέρας έχει αλλάξει. Η μητέρα δεν είναι ο «φροντιστής» όλων των άλλων, η οποία αφιερώνει την ζωή της στην οικογένεια θυσιάζοντας τις δικές της επιθυμίες. Η μητέρα μπορεί παράλληλα με την οικογένεια της να ασχοληθεί με την προσωπική της εξέλιξη και την καριέρα της κι έτσι να μεταδώσει στα παιδιά της ένα διαφορετικό μήνυμα και νόημα ζωής από αυτό που μετέδιδαν οι μητέρες σε παλαιότερες εποχές.
Αυτές οι αλλαγές έχουν φέρει μια θετική εξέλιξη στη σχέση γονιών-παιδιών καθώς ο διάλογος και η κατανόηση παίζουν πρωταρχικό ρόλο στην διαπαιδαγώγηση των παιδιών. Παρόλη αυτή την καινούργια συνθήκη, οι γονείς πολλές φορές φαίνονται συγχυσμένοι στον ρόλο τους, αδύναμοι να θέσουν τα όρια και να παίξουν έναν καθοδηγητικό και ουσιαστικό ρόλο. Στην σημερινή εποχή φαίνεται σα να μην υπάρχει διάκριση μεταξύ των γενεών. Φαίνεται σαν η σχέση γονέων -παιδιών να ταυτίζεται, κι αυτό είναι κάτι που μπερδεύει τα παιδιά τα οποία με τον δικό τους τρόπο αποζητούν τον συμβολικό ρόλο των γονιών τους. Με την συμπεριφορά τους είναι σα να ρωτούν επίμονα: «Υπάρχετε ως Γονείς ;»
0ι γονείς καθώς πολλές φορές αισθάνονται ανεπαρκείς, καταφεύγουν στην υπερπροσφορά αγαθών και απολαύσεων χωρίς κανένα όριο. Άλλοι παραμένουν συναισθηματικά απόντες από την ζωή των παιδιών τους κι άλλοι τα εγκλωβίζουν τόσο πολύ που τα παιδιά μοιάζουν αιχμάλωτα από την ίδια τους την οικογένεια. Σε κάθε περίπτωση, αυτή η αδυναμία των γονέων εξαιτίας των δικών τους αδιεξόδων, οδηγεί τα παιδιά σε ακραίες συμπεριφορές, όπου η απόλαυση γίνεται αυτοσκοπός και η ουσία της ζωής χάνει κάθε νόημα.
Συνεπώς, το ερώτημα που προκύπτει είναι πως μπορούμε να επαναπροσδιορίσουμε τον ρόλο των γονιών, σε μια εποχή που όλα αλλάζουν ραγδαία.
Έχοντας κατακτήσει τον διάλογο και την επικοινωνία οι γονείς καλούνται μέσα από το προσωπικό τους βίωμα να μεταδώσουν στα παιδιά τους την Επιθυμία για Ζωή. Η Επιθυμία αυτή δεν ορίζεται ως μια ζωή γεμάτη απόλαυση, χωρίς Νόμο ( χωρίς περιορισμούς και όρια), χωρίς κατεύθυνση, χωρίς υπευθυνότητα, χωρίς στόχο. Γιατί με αυτόν τον τρόπο η Επιθυμία δημιουργεί μια ζωή άσκοπη χωρίς νόημα κι αυτό οδηγεί τα παιδιά σε κατάθλιψη, σε αίσθηση κενού, σε αδιαφορία για το μέλλον, τις σχέσεις και την καριέρα, σε παραβατική συμπεριφορά, σε εθισμό στα ναρκωτικά, στο αλκοόλ, στο διαδίκτυο. Αντίθετα, όταν οι γονείς μπορούν να διδάξουν στα παιδιά τους την υπευθυνότητα , να τα εμπνεύσουν να έχουν στόχους και όραμα , να τους δείξουν πως μπορούν να είναι ανοιχτά προς τον πλησίον και την ζωή, να τους καλλιεργήσουν την ευρηματικότητα και την δημιουργία, τότε η Επιθυμία δημιουργεί ικανοποίηση και νοηματοδοτεί την ζωή.
Οι γονείς έχοντας μεταδώσει στα παιδιά τους από την παιδική ηλικία τις παραπάνω δεξιότητες, θα πρέπει καθώς μεγαλώνουν να τους επιτρέψουν να αναλάβουν την ευθύνη της ζωής τους. Να τα εμπιστευτούν και να τα αφήσουν ελεύθερα να επιχειρήσουν το ταξίδι της ζωής τους κι όχι το ταξίδι που οι γονείς επιθυμούν για τα παιδιά τους. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί μόνο με την πίστη που ο γονιός έχει στο παιδί του, η οποία το κάνει να νιώθει άξιο και δυνατό να διαβεί την ζωή του όπως εκείνο επιθυμεί. Πρώτα όμως πρέπει ο γονιός να έχει πίστη στον δικό του εαυτό και να έχει ο ίδιος Επιθυμία για ζωή.
Επαναπροσδιορίζοντας λοιπόν τον ρόλο τους, αυτό που έχουν να δουν οι σημερινοί γονείς είναι πώς εγκαταλείποντας τον στείρο και αυστηρό ρόλο του παρελθόντος θα παραμείνουν Γονείς, οι οποίοι θα καθοδηγήσουν και θα εμπνεύσουν τα παιδιά τους προς τη δημιουργία μιας ζωής γεμάτης νόημα.
«…το πρώτιστο καθήκον-το πιο υψηλό και το πιο δύσκολο -των γονιών είναι να έχουν πίστη στο ακατανόητο μυστικό του παιδιού τους και στη μαγεία του. Να μην απαιτούμε η ζωή του να διαβεί ξανά τα δικά μας ίχνη, και το ίδιο να συμμεριστεί τα δικά μας ενδιαφέροντα, να επαναλάβει την δική μας ζωή.»
Massimo Recalcati